Δυτική Ελλάδα: 4η από προτελευταία στη δαπάνη των νοικοκυριών

4η από προτελευταία η Δυτική Ελλάδα στη δαπάνη των νοικοκυριών, όπως αναφέρει η Εφημερίδα «Συνείδηση», καθώς 425 ευρώ περισσότερα το μήνα δαπανούν τα νοικοκυριά της Δυτικής Ελλάδας, σε σχέση με το 2019, πράγμα που φανερώνει και την αύξηση των εισοδημάτων.

 

Αναλυτικά το δημοσίευμα:

Αυξημένη κατά 3,6% ήταν η μέση ετήσια δαπάνη των νοικοκυριών για αγορές το 2024 σε σχέση με το 2023, στα  20.694,48 ευρώ, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ.  Σε σταθερές τιμές, η μέση ετήσια δαπάνη των νοικοκυριών αυξήθηκε σε ποσοστό 1,0% ή 213,55 ευρώ, λόγω της επίδρασης του πληθωρισμού, που ήταν 2,6%.

Η μέση ετήσια δαπάνη για κάθε άτομο, το 2024, ανήλθε στα 8.740,20 ευρώ, καταγράφοντας αύξηση 3,7% (310,68 ευρώ ετησίως) σε σύγκριση με το 2023 (8.429,52 ευρώ).

Σύμφωνα με την έρευνα των οικογενειακών προϋπολογισμών για το 2024 από την ΕΛΣΤΑΤ , το 50% των νοικοκυριών δαπανούν περισσότερα από 1.338 ευρώ το μήνα.

Παράλληλα, τα νοικοκυριά που διαμένουν σε ενοικιασμένη κατοικία δαπανούν το 17,1% του προϋπολογισμού τους, κατά μέσο όρο, για ενοίκιο. Παρά την ανάκαμψη, η μέση δαπάνη παραμένει  16,6% χαμηλότερη από το 2008, δείχνοντας το διαρκές αποτύπωμα της οικονομικής κρίσης.

Πιο φθηνή η ζωή στην επαρχία

Τα νοικοκυριά που διαμένουν σε αγροτικές περιοχές δαπανούν κατά μέσο όρο 1.296,41 ευρώ τον μήνα, ενώ αυτά που διαμένουν σε αστικές περιοχές 1.821,26 ευρώ. Επομένως, τα νοικοκυριά που διαμένουν σε αγροτικές περιοχές δαπανούν, κατά μέσο όρο, 28,8% λιγότερο από τα νοικοκυριά που διαμένουν σε αστικές περιοχές.

Στα 1.621 ευρώ η μέση δαπάνη στη Δυτική Ελλάδα

Τα νοικοκυριά που διαμένουν στην περιφέρεια Αττικής δαπανούν, κατά μέσο όρο, το 117,7% της μέσης μηνιαίας δαπάνης των νοικοκυριών της χώρας, ενώ αυτά που διαμένουν στην περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας το 94% αυτής. Η μέση μηνιαία δαπάνη στην Δυτική Ελλάδα για το 2024 διαμορφώθηκε στα 1.621,41 ευρώ και σε ετήσια βάση στα 19.456,92 ευρώ αυξημένη κατά 4,4% σε σχέση με το 2023.

Υπενθυμίζεται ότι τα νοικοκυριά της Δυτικής Ελλάδας και το 2023 είχαν αυξήσει σημαντικά τη μέση δαπάνη τους κατά 9% και μάλιστα αρκετά πάνω από τον πληθωρισμό, που ήταν 4,2%. Πράγμα που φανερώνει την αύξηση των εισοδημάτων για τα νοικοκυριά της περιοχής.

Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2019 η Δυτική Ελλάδα κατατάσσονταν προτελευταία μεταξύ των Περιφερειών της χώρας, με τη μέση μηνιαία δαπάνη των νοικοκυριών της περιοχής (1.196,88 ευρώ) να φτάνει μόλις το 81% του εθνικού μέσου όρου. Τέσσερα χρόνια μετά όμως η δαπάνη των νοικοκυριών ανέβηκε στα 1.621,41 ευρώ το μήνα, δηλαδή αυξήθηκε 425 ευρώ και έτσι η Δυτική Ελλάδα σκαρφάλωσε στην τέταρτη θέση μεταξύ των Περιφερειών της χώρας. Και αυτό ίσως είναι  το μόνο θετικό, καθώς με την ακρίβεια που επικρατεί τα τελευταία τρία χρόνια τα νοικοκυριά της Δυτικής Ελλάδας κατά μέσο όρο έχουν αυξήσει τα εισοδήματα και τις δαπάνες τους σε μεγαλύτερο βαθμό από το πληθωρισμό.

Που πηγαίνουν – λόγω ακρίβειας- τα μισά χρήματα των οικογενειακών προϋπολογισμών

Ωστόσο, κρίνοντας από τα στοιχεία της Έρευνας ΕΛΣΤΑΤ σε πανελλαδικό επίπεδο φαίνεται ότι οι οικονομικές αντοχές των νοικοκυριών παραμένουν περιορισμένες, με τηνακρίβεια να απορροφά  κάθε πιθανή μελλοντική ελάφρυνση.

Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ το φτωχότερο 20% του πληθυσμού ξοδεύει το 55,9% του οικογενειακού του προϋπολογισμού μόνο για τρόφιμα και στέγαση, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για το πλουσιότερο 20% είναι 24,7%. Με το ήμισυ των νοικοκυριών να ζει με λιγότερα από 1.338 ευρώ μηνιαίως, το περιθώριο πραγματικής αποταμίευσης ή βελτίωσης του βιοτικού επιπέδου παραμένει περιορισμένο.

Tο μεγαλύτερο μερίδιο των δαπανών του μέσου προϋπολογισμού των νοικοκυριών, σε τρέχουσες τιμές, αφορά:

  • στα είδη διατροφής και μη οινοπνευματώδη ποτά (20,7%),
  • στη στέγαση (14,4%) και
  • στις μεταφορές (13,3%)

Δηλαδή 5 στα 10 ευρώ διοχετεύονται σε πολύ βασικές και άκρως απαραίτητες δαπάνες για τη λειτουργία ενός νοικοκυριού.

Όσον αφορά στις δαπάνες για είδη διατροφής και μη οινοπνευματώδη ποτά, σε σχέση με την προηγούμενη έρευνα (2023), παρατηρείται αύξηση της μέσης μηνιαίας δαπάνης (τρέχουσες τιμές), στα παρακάτω είδη:

  • έλαια και λίπη (12,6%),
  • ψάρια (9,3%)
  • φρούτα (4,8%)
  • ζάχαρη, μαρμελάδες, μέλι, σιρόπια, σοκολάτα (4,5%)
  • μεταλλικά νερά, αναψυκτικά, χυμοί φρούτων και λαχανικών (3,6%),
  • λαχανικά (3,3%),
  • κρέας (3,0%) και
  • καφές, τσάι και κακάο (2,8%)

Δημήτρης Παπαδάκης – Εφημερίδα «Συνείδηση»

Μπορεί επίσης να σας αρέσουν