Ξεκαλοκαιριό Αγρινιωτών… κάποτε, στα ορεινά Καραμανέικα Αγίου Βλασίου, πριν τα θαλάσσια μπάνια γίνουν συνήθεια.
Γράφει ο Θ. Μ. Πολίτης
Προπολεμικοί παραθεριστές του Αγρινίου στα Καραμανέικα Αγίου Βλασίου του Δήμου Παρακαμπυλίων.
Τα προπολεμικά χρόνια δεν είχαν «εφευρεθεί», για πολλούς και διαφόρους λόγους, τα θαλάσσια μπάνια, αφού όπως είναι γνωστό δεν είχαν οργανωθεί οι πλαζ για να κάνουν εφικτά τα λεγόμενα «μπάνια του λαού».
Πέρα απ’ αυτό επικρατούσε η άποψη -κι ακόμη δεν έχει απορριφθεί παντελώς- ότι μία θερινή διαμονή σε βουνό θα απέβαινε πολύ ωφέλιμη για την υγεία γενικώς, (θέριζε τότε η φυματίωση).
Έτσι πολλές οικογένειες τους θερινούς μήνες μετακόμιζαν στα γύρω από το Αγρίνιο, ορεινά χωριά για να φτιάξουν όπως έλεγαν «καινούριο πνευμόνι».
Ένα πολυσύχναστο, ή μάλλον το πλέον πολυσύχναστο, παραθεριστικό «κέντρο» της ορεινής Τριχωνίδας, στα χρόνια 1935-1940, ήταν και ο οικισμός των Καραμανέικων, ο οποίος ανήκε στην κοινότητα του Αγίου Βλασίου. Εκεί το καλοκαίρι του 1938 ή 1939, ο καλλιτέχνης φωτογράφος του Αγρινίου Σωτήρης Ι. Ξυθάλης, συγκέντρωσε τους περισσότερους παραθεριστές (άνδρες, γυναίκες και παιδιά) και τους φωτογράφισε όλους μαζί, σε μία κατωφερή τοποθεσία του χωριού.
Τα διαθέσιμα οικήματα για θερινή ενοικίαση ήταν μετρημένα (Μπουρλή, Καράμπελα, Μέντζου). Για το λόγο αυτό, οι παραθεριστές φρόντιζαν να κατασκευάζουν αυτοσχέδιες καλύβες με «λατσούδες». Τα αποχωρητήρια ήταν υπαίθρια περικλεισμένα με «λατσούδες» ή «λινάτσες» που είχαν φέρει μαζί τους οι παραθεριστές.
Η δική μας οικογένεια διέμενε σε παράγκα, κατασκευασμένη από μαραγκό στο Αγρίνιο. Φορτώθηκε σε φορτηγό αυτοκίνητο και μεταφέρθηκε στα Καραμανέικα σε οκτώ τεμάχια συν δύο η δικλεινής στέγη της από «αυλακωτές» λαμαρίνες. Επάνω ρίχνανε, για δροσιά, «λατσούδες».
Στα «αγοραία», τότε, ταξί φόρτωναν τις οικοσκευές τους οι Αγρινιώτες παραθεριστές. Επέβαιναν και οι ίδιοι. Ξεκινούσαν τα ταξί από το Αγρίνιο στις εφτά το πρωί κι έφταναν στα Καραμανέικα στις δώδεκα το μεσημέρι! Φανταστείτε ταχύτητα!
Το πασίγνωστο, τότε, σε όλη την περιοχή, παντοπωλείο του Κώστα Μπουρλή (αργότερα Σπύρου και Βλάση Μπουρλή) είχε όλα τα τρόφιμα εκτός από εκείνα που χρειαζότανε ψύξη). Ρεύμα, τότε, δεν υπήρχε. Επομένως δεν υπήρχαν και ψυγεία. Επίσης το ίδιο παντοπωλείο είχε όλα τα είδη από βελόνα ίσαμε πέταλα και καρφιά για πετάλωμα μουλαριών και αλόγων. Τίποτε δεν έλειπε!
Ο χασάπης του χωριού, ο Μέντζος, όταν έσφαζε τα ζωντανά έπρεπε να πουλήσει το κρέας τους αυθημερόν, όπως αυθημερόν θα έπρεπε να μαγειρευτεί από τις νοικοκυρές. Τα μαγειρεμένα φαγητά έμπαιναν στο λεγόμενο «κλουβί», (εναέριο ψυγείο με σίτες) μόνο για την άλλη μέρα. Τα εντόσθια γίνονταν κοκορέτσια!
Οι νοικοκυρές προμηθευότανε φρέσκα φασολάκια, κολοκυθάκια και αυγά από τις «φιλενάδες» που ερχότανε κάθε πρωί από την κοντινή Χούνη και διαλαλούσαν τα προϊόντα τους. Τον μήνα Αύγουστο έφερναν και τα περίφημα για την γλυκύτητα και τη δροσερότητά τους φρέσκα σύκα.
Τα απογεύματα οι άνδρες παραθεριστές σχημάτιζαν παρέες κι έπαιζαν τραπουλόχαρτα με «κέρδος» τα λουκούμια των μικρών παιδιών που παρακολουθούσανε «χωρισμένα» σε δύο «παρατάξεις». Τα παιχνίδια ήταν τα ονομαστά, τότε, η «κοντσίνα» και η «ξερή». Δεν έλειπαν και οι αθώες «παγαποντιές», από τους παίχτες, τις οποίες τα μικρά παιδιά τις εντόπιζαν και τις…μαρτυρούσαν.
Οι γυναίκες και τα κορίτσια τα απογεύματα προτιμούσαν τους περιπάτους στο κοντινό δάσος (επάνω από το δρόμο).
Εκεί ανάμεσα στα αιωνόβια έλατα, τα ελάτια, τα ελατάκια και τα «νήπια» ελατούλια την «εύρισκαν». Ένοιωθαν, όπως έλεγαν, υπέροχα και μαγευτικά!
Διακρίνονται:
Πρώτη σειρά από αριστερά:
Αλέκος Κασάρας (κτηματίας), Κυριάκος Σουμέλης με την φουστανέλα (έμπορος), Αγαμέμνων (Μέμος) Πολίτης (δημόσιος υπάλληλος-συγγραφέας), Ουρανία (Νία) Λαδά-Πολίτου (δασκάλα), Γιαννάκης (μικρός) Σκαβάρας του Δημητρίου, Σκοτίδας (μικρός) του Αριστείδη Σκοτίδα, Δημήτριος Σκαβάρας (ξυλέμπορος), Σοχωρίτης και Μαρνέζος (μικροί), Ερμίνα Σπύρου Τζωρτζοπούλου (ιατρού).
Δεύτερη σειρά και παραπίσω:
Ιπποκράτης Σκοτίδας (μικρός) όρθιος, Ευθύμιος Καμποσιώρας (μικρός όρθιος) μετέπειτα ζωγράφος, Γεώργιος Καμποσιώρας (αλευρέμπορος), Χρήστος Βασιλείου, Σκορδόπουλος (μικρός), Βασιλική Κ. Μουρλή (μικρή) μετέπειτα σύζυγος του συμβολαιογράφου Γεωργίου Μέντζου, Ευάγγελος Μέμου Πολίτης (μικρός), Αχιλλέας Κ. Μαρνέζος (μικρός), διάφορα μικρά κοριτσάκια και αγοράκια παραθεριστών, Μακρυκώστας (καπνέμπορος, με καθιστή την σύζυγό του), Νίκος Σκορδόπουλος (όρθιος, έμπορος αποικιακών), Χρήστος Στεφάνου (έμπορος βαριάς ξυλείας, με την σύζυγό του), Αθανάσιος Τσίρκας (οδοντίατρος, με την σύζυγό του), Αθανάσιος Ξηροτσόπανος (τραπεζικός), Πέπη Παπαχρήστου-Ξηροτσόπανου, Βούλα Χαβέλλα-Σκορδοπούλου (συζ. Νικολάου), Δανιηλίδη (σύζυγος Ευαγγέλου, οδοντιάτρου), Πλάτων Σπ. Τζωρτζόπουλος (ιατρός, αφροδισιολόγος), Φώτιος Στρανομίτης (ιδιοκτήτης ξενοδοχείου ύπνου στο Αγρίνιο), Σπύρος Μπουρλής (με το κάρο, που κατασκεύασε ο ίδιος και στο οποίο ανέβασε πιτσιρικάδες, για χάρη της φωτογράφισης (μεταξύ των οποίων και τον υπογράφοντα).
ΓΙΤΣΑ ΠΑΝΤΑΖΗ-ΝΑΣΤΟΥΛΗ
Από το περιοδικό «Ρίζα»
Πηγή: agriniomemories.com
Φωτογραφία Κεφαλίδας: Ξεκαλοκαιριό Αγρινιωτών στον Άη Βλάση, αρχείο Βάσως Παντούλα.