Αυξημένα είναι τα ποσοστά των νέων ζευγαριών από την Πάτρα αλλά και την ευρύτερη περιοχή της Δυτικής Ελλάδας, τα οποία στην προσπάθειά τους να δημιουργήσουν οικογένεια, αποφασίζουν να επιλέξουν τελικά τη μέθοδο της εξωσωματικής γονιμοποίησης.
Οι λόγοι αύξησης των ποσοστών αυτών οφείλονται σε πολλούς παράγοντες, κυρίως κοινωνικοπολιτικούς, με τις περισσότερες φορές να έχουν και επιτυχή έκβαση.
Άλλωστε, η υποβοηθούμενη αναπαραγωγή δεν αποτελεί πλέον ταμπού. Η εξωσωματική αντιμετωπιζόταν κάποτε με προκατάληψη, ιδιαίτερα σε πιο κλειστές κοινωνίες. Πλέον, υπάρχει ευρεία αποδοχή, δημόσια πρόσωπα μιλούν ανοιχτά για τη δική τους εμπειρία, ενώ και τα ζευγάρια νιώθουν μεγαλύτερη άνεση να αναζητήσουν βοήθεια. Έχει πάψει να θεωρείται «ύστατη λύση», αλλά έχει καθιερωθεί περισσότερο ως ένα φυσιολογικό βήμα στον δρόμο προς την τεκνοποίηση.
Οι αιτίες αύξησης
Η πρόοδος της ιατρικής, η μεγαλύτερη κοινωνική αποδοχή και η καθυστέρηση της τεκνοποίησης για επαγγελματικούς ή προσωπικούς λόγους είναι μερικοί από τους βασικούς παράγοντες που ωθούν προς αυτή την κατεύθυνση.
Όπως εξηγεί στον «Νεολόγο» η Πρόεδρος του Επιστημονικού Συλλογικού οργάνου των Μαιών – Μαιευτών του Εφετείου Πάτρας, Μαρία Κιούρτη, υπάρχουν αρκετοί λόγοι και παράγοντες που έχουν οδηγήσει στην αύξηση της επιλογής της εξωσωματικής γονιμοποίησης στα νέα ζευγάρια της Δυτικής Ελλάδας.
«Αρχικά, η έλλειψη εργασίας (κυρίως τα προηγούμενα χρόνια γιατί τώρα οι δείκτες ανεργίας έχουν μειωθεί σε κάποιον βαθμό), οι χαμηλοί μισθοί και η πολύ ακριβή στέγη με το γνωστό πρόβλημα της στεγαστικής κρίσης που είναι έντονο και στη Δυτική Ελλάδα, είναι λόγοι που δεν επιτρέπουν στα νέα ζευγάρια να προχωρήσουν στη δημιουργία οικογένειας» εξηγεί αρχικά η κ. Κιούρτη.
Προβλήματα υπογονιμότητας
Όπως προσθέτει, οι νέοι περιμένουν αρκετά χρόνια συνήθως μέχρι να νιώσουν πως έχουν αποκατασταθεί στην αγορά εργασίας, πως έχουν εδραιωθεί και έχουν πια αποκτήσει την πολυπόθητη επαγγελματική σταθερότητα, που απαιτείται σαφώς για τη δημιουργία οικογένειας. Η τεκνοποίηση μετατίθεται πλέον σε μεγαλύτερες ηλικίες, κυρίως για λόγους σπουδών, καριέρας, οικονομικής ανασφάλειας ή και προσωπικής αναζήτησης.
Ωστόσο, η γονιμότητα –ιδίως στη γυναίκα– φθίνει σημαντικά μετά τα 35. Έτσι, η εξωσωματική συχνά θεωρείται αναγκαία, ειδικά σε περιπτώσεις όπου υπάρχει και η ανάγκη για χρήση κατεψυγμένων ωαρίων ή δότη σπέρματος.
«Ειδικά μετά τα 35, στις γυναίκες γίνεται πιο σοβαρό. Υπάρχουν δηλαδή και βιολογικοί λόγοι επιλογής της εξωσωματικής γονιμοποίησης. Επίσης, οι άνδρες έχουν αρκετά προβλήματα σχετικά με το σπέρμα, ειδικά όσοι δεν έχουν θηλάσει. Υπάρχει ένας συσχετισμός μεταξύ του μητρικού θηλασμού και της ποιότητας του σπέρματος. Οπότε έχουμε πολλά τέτοια περιστατικά. Ακόμη, υπάρχουν και κάποια σύνδρομα που χρειάζονται ειδική βοήθεια. Πλέον όμως έχουμε στη διάθεσή μας και νέες τεχνικές που μας βοηθούν και σε μεγαλύτερες ηλικίες ώστε τα πράγματα να πάνε πιο καλά» επισημαίνει.
Σε κάθε περίπτωση, παράγοντες όπως οι ορμονικές διαταραχές, τα γυναικολογικά προβλήματα (π.χ. ενδομητρίωση), η κακή ποιότητα σπέρματος, καθώς και ανεξήγητες περιπτώσεις υπογονιμότητας, καθιστούν την εξωσωματική τη μόνη ρεαλιστική επιλογή για πολλά ζευγάρια.
Μια ακόμη αιτία, όπως τονίζει, είναι η αύξηση των γυναικών που έχουν περάσει καρκίνο. Οι γυναίκες αυτές μπαίνουν σε διαδικασία εξωσωματικής, ενώ αν έχει γίνει και αφαίρεση μήτρας από τη γυναίκα, μπορεί να χρησιμοποιηθεί και παρένθετη μητέρα. «Υπάρχουν φυσικά και στη Δυτική Ελλάδα τέτοια περιστατικά» αναφέρει.
Στους λόγους αύξησης των ποσοστών αξίζει να αναφέρουμε ότι η υποβοηθούμενη αναπαραγωγή επιτρέπει και σε γυναίκες χωρίς σύντροφο, καθώς και σε ομόφυλα ζευγάρια, να αποκτήσουν παιδί. Αν και το νομικό πλαίσιο στη χώρα παρουσιάζει περιορισμούς σε ορισμένες περιπτώσεις, η εξωσωματική ανοίγει τον δρόμο για την τεκνοποίηση πέρα από τα παραδοσιακά πρότυπα οικογένειας.
Επιτυχημένες οι εξωσωματικές στη Δυτική Ελλάδα
Σύμφωνα με την Κ. Κιούρτη πάντως, τα δεδομένα είναι αισιόδοξα μιας και οι περισσότερες εξωσωματικές που πραγματοποιούνται στη Δυτική Ελλάδα αποδεικνύονται επιτυχημένες. «Τα ποσοστά δεν είναι άσχημα, απλά δεν έχουν την επιτυχία των κέντρων της Αθήνα.
Τα ζευγάρια από την Πάτρα που θέλουν να κάνουν εξωσωματική γονιμοποίηση, μπορούν να πράξουν αναλόγως με τη βούληση και την ενημέρωσή τους. Άλλα εξ αυτών παραμένουν στην Πάτρα για τη διαδικασία και άλλα επιλέγουν κάποιο κέντρο στην Αθήνα. Είναι ελεύθερη η επιλογή. Πάντα ο κόσμος προτιμάει αυτό που έχει ακούσει πως έχει μεγαλύτερα ποσοστά επιτυχίας.
Ακόμη, εξηγεί πως αν και στην Ελλάδα υπάρχει επίσημη αρχή υποβοηθούμενης αναπαραγωγής για τον έλεγχο των κέντρων, αυτό που λείπει είναι μια εθνική τράπεζα για τη φύλαξη ωαρίων και σπερματοζωαρίων.
«Με την εξέλιξη της επιστήμης, δεν κάνουμε πια τα ίδια λάθη. Η βιο- ιατρική έχει συμβάλει πολύ σε αυτό, η επιστήμη έχει εξελιχθεί. Η γνώση μας γύρω από τη γονιμότητα επίσης. Αν ακολουθήσουμε αυτές τις γνώσεις, έχουμε τη δυνατότητα να βοηθήσουμε ζευγάρια όλων των ηλικιών. Έχουμε πιο πολλά μέσα σε σχέση με το παρελθόν και μπορούμε να διαχειριστούμε καλύτερα τις ορμόνες, οι οποίες κατά την εξωσωματική είναι επίπονες για τις γυναίκες».
Πράγματι, οι τεχνικές υποβοηθούμενης αναπαραγωγής έχουν εξελιχθεί ραγδαία την τελευταία δεκαετία. Η βελτίωση στον εργαστηριακό εξοπλισμό, οι εξειδικευμένες πρωτοβουλίες (π.χ. προεμφυτευτικός γενετικός έλεγχος, καλλιέργεια εμβρύων σε blastocyst στάδιο) και η εξατομικευμένη φροντίδα έχουν ανεβάσει τα ποσοστά επιτυχίας, προσφέροντας ρεαλιστικές πιθανότητες εγκυμοσύνης ακόμα και σε δύσκολες περιπτώσεις.
dete.gr